εἶτεν

εἶτεν
εἶτεν,
A = εἶτα, SIG57.29 (Milet., v B.C.), Scymn.330, al., Ev.Marc.4.28, IG5(1).1390.31 ([place name] Andania), 7.3073.150 (Lebad.) : condemned by Phryn.101 ; [dialect] Ion. acc. to Ael.Dion. ap. Eust.1158.38.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • είτα — (AM εἶτα, Α και ιων. τ. εἶτεν) έπειτα, ύστερα, μετά απ αυτά μσν. (με το και ως σύνδ.) έτσι και αρχ. 1. αμέσως τώρα, μετά από λίγο 2. (σε λογική ακολουθία σε ερώτηση ή αναφώνηση, οπότε εκφράζει απορία, έκπληξη, περιφρόνηση, αγανάκτηση κ.λπ.) και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”